Οι εξελίξεις στα επόμενα επεισόδια της σειράς είναι συγκινητικές καθώς ο Πέτρος καταρρέει και λέει- Τρομάζω τόσο που την αγαπώ.

Η Ελισάβετ τηλεφωνεί στον πατέρα της για να πάει να την πάρει και να επιστρέψει στη Γερακιανή και ο Πέτρος που την ακούει τα χάνει. «Γιατί του είπες να έρθει να σε πάει πίσω στο χωριό;», την ρωτά κι εκείνη του απαντά: «Γιατί έτσι πρέπει». Εκείνος προσπαθεί να την μεταπείσει όμως χάνει την ψυχραιμία του:
Καθημερινά όλες οι εξελίξεις και τα νέα της σειράς Μαύρο Ρόδο θα τα βρίσκεις εδώ.
«Σου έχουν δηλητηριάσει το μυαλό με τις ιδέες τους. Νιώθεις άσχημα για κάτι που είναι μόνο όμορφο, που είναι στη φύση του ανθρώπου. Ενοχές και χριστιανικές αμαρτίες… έκανες κάτι κακό για να ζητήσεις άφεση; Είναι κακό που αγάπησες; Θα πρέπει ο Θεός να σε συγχωρέσει επειδή ακολούθησες την επιθυμία σου;», την ρωτά με ένταση.
Η Ελισάβετ τότε του απαντά «Είμαι μπερδεμένη. Αυτό που συνέβη είναι… δεν είχα προετοιμαστεί για αυτό που συνέβη. Χρειάζομαι χρόνο», του απαντά και ο Πέτρος της υπόσχεται πως δεν θα την πιέσει. Εκείνη πέφτει στην αγκαλιά του, ενώ ο νεαρός αντιλαμβάνεται πως ο δρόμος του θα είναι μακρύς και στέκεται μαγκωμένος.
Την ίδια ώρα, στην Πάτρα, ο Παράσχος καλείται να αντιμετωπίσει τον Καστρινό, ο οποίος είναι εξορισμένος. «Ποιος είσαι; Τι ζητάς; Τι σκοπό έχεις τόσο καιρό στο πλάι μου; Τι προσπαθείς να πετύχεις;», τον ρωτά με το όπλο στο χέρι. Ο Παράσχος τον κοιτά παγιδευμένος, ενώ ο Θέμης του δείχνει το διπλανό δωμάτιο, όπου θα λογαριαστούν: «Εκεί μέσα, αγόρι μου. Να τα πούμε με την ησυχία μας. Τράβα. Άνοιξε», του λέει με το όπλο πάντα στο χέρι.
Την ίδια ώρα, ο Βίκος ανακρίνει τον Ζαμάνο, προκειμένου να μάθει για την εντολή που έδωσε στον Καστρινό. «Θα μιλήσεις; Για ποιο λόγο έβαλες ρε να με καθαρίσουν. Μίλα ρε!», του φωνάζει και στη συνέχεια παίρνει το κινητό του και βρίσκει δύο ονόματα. Χρονά και Τσαγκαράκη…
Στο μεταξύ, ο Πέτρος και ο Φραγκίσκος τσακώνονται για την δουλειά, με τον δεύτερο να του λέει πως έχει το μυαλό του μόνο στην Ελισάβετ. Πίσω στο μοναστήρι η Κασσιανή ζητά από τις μοναχές να υπογράψουν την κατακύρωση των κτημάτων στον Θέμη Καστρινό, αλλά δεν συμφωνεί καμία μαζί της.
Την ίδια ώρα, ο Γεράσιμος πίνει ασταμάτητα και ανακοινώνει στους γονείς του πως δεν πρόκειται να επιστέψει στη Γερακιανή, ενώ η Ελισάβετ ζητά από τον πατέρα της να γυρίσουν στο χωριό το επόμενο πρωί.
Ο Πέτρος που το μαθαίνει καταρρακώνεται και φτάνει στο σπίτι της, όπου του ανοίγει ο Λευτέρης: «Συγγνώμη που ήρθα τέτοια ώρα, αλλά δεν το χωράει το μυαλό μου πως θα έφευγε το πρωί χωρίς να μου πει τίποτα. Θέλω να τη χαιρετήσω. Έστω. Δεν μπορώ να βγάλω άκρη. Εξαιτίας μου φεύγει;», τον ρωτά. « Την αγαπάς;», του λέει εκείνος.
«Με τρομάζει το πόσο την αγαπάω», του απαντά και η Ελισάβετ που στέκεται στην πόρτα του δωματίου της τον ακούει. «Πες της πως θα περιμένω να γυρίσει. Πως ελπίζω ότι θα γυρίσει», του λέει και φεύγοντας εκείνη τρέχει πίσω του: «Πέτρο; Περίμενε», του φωνάζει και πέφτει στην αγκαλιά του. Έξω από το σπίτι, όμως, έχει φτάσει και ο Γεράσιμος και βλέποντας την εικόνα αυτή το βλέμμα του γεμίζει οργή…